Saltar para: Post [1], Pesquisa e Arquivos [2]
Ποιος είσαι; Οι μέρες περνούν και το μυαλό σου επαναλαμβάνει μια ερώτηση σε κάθε σιωπή. Κάθε πρωί, μόλις ξυπνήσεις, η σιωπή. Καθώς διαλέγεις ρούχα και ντύνεσαι, η σιωπή. Στα διαλείμματα του χρόνου, η σιωπή.
Ποιος είσαι; Τώρα, πιάνεις τον εαυτό σου να βλέπει τα πρωινάδικα στην τηλεόραση, ξεχνάς το βλέμμα σου εκεί για μερικές στιγμές. Ένας ειδικός απαριθμεί τρόπους πρόληψης της τριχόπτωσης, ένας μάγειρας αποκαλύπτει τα μυστικά της γέμισης της γαλοπούλας, ένας καθηγητής χειροτεχνίας διδάσκει πώς φτιάχνεται χριστουγεννιάτικη διακόσμηση από χρησιμοποιημένα πλαστικά μπουκάλια. Η παρουσιάστρια επαναλαμβάνει πέντε φορές τον αριθμό που αναβοσβήνει στην οθόνη. Τηλεφώνησε, μπορείς να κερδίσεις. Τηλεφώνησε, μπορείς να κερδίσεις. Δεν τηλεφωνείς. Ξέρεις ότι δεν μπορείς να κερδίσεις. Παλιά, τηλεφωνούσες σε αριθμούς που έβρισκες στην εφημερίδα, στο ίντερνετ, σε αριθμούς γραμμένους σ’ ένα διπλωμένο χαρτάκι ή σε επαγγελματικές κάρτες. Αλλά ο καιρός πέρασε. Μέρες, μήνες, εποχές ολόκληρες, καιρός φορτωμένος με σιωπή, σιωπή, σιωπή φορτωμένη με ερωτήσεις.
Ποια είναι η αξία σου; Η ιστορία της ζωή σου διαλύεται στις μέρες ετούτες. Δεν ήταν καμιά τεράστια ιστορία, ήταν όμως δική σου και είχε ένα νόημα. Οι σκέψεις σου έβρισκαν τη συνέχειά τους ανά πάσα στιγμή, ήξερες πάντα τι είχε να κάνεις μετά. Σήμερα, σε εκπλήσσει που νοσταλγείς όταν περπατούσες στους δρόμους στις εφτά το πρωί με τα αυτιά παγωμένα, που νοσταλγείς όταν κοιτούσες το ρολόι περιμένοντας ένα λεπτό που έμοιαζε πως δεν θα ερχόταν. Παλιά, αυτό το άπειρο σχεδόν λεπτό και πάλι έμοιαζε πως δεν θα ερχόταν, ο αριθμός στο δείκτη του ρολογιού σταθερός, όμως ερχόταν- τώρα, το ίδιο αυτό λεπτό πάλι μοιάζει πως δεν θα έρθει ποτέ, αλλά ο αριθμός στον δείκτη του ρολογιού περνά, το πέντε μεταμορφώνεται σε έξι, το έξι μεταμορφώνεται σε επτά, αλλά το λεπτό που περιμένεις δεν έρχεται, μοιάζει πως δεν θα έρθει ποτέ. Είσαι ακίνητος.
Ποια είναι η αξία σου; Τα πρόσωπα των ανθρώπων που συναντάς καθημερινά σου επαναλαμβάνουν τις ίδιες ερωτήσεις, ακόμη κι όταν απλώς σε κοιτούν χωρίς να λένε τίποτα. Τα Χριστούγεννα έφτασαν στους δρόμους, στις βιτρίνες, στις διαφημίσεις. Βαδίζεις με τα χέρια στις τσέπες. Καμιά φορά, κάνεις κύκλους για να μην περάσεις μπροστά από εκείνο το άτομο που στέκεται πάντα στο ίδιο σημείο και κοιτάζει να δει ποιος περνά. Κι ακόμη και τα πρόσωπα εκείνων που δεν γνωρίζεις, που δεν έχεις ξαναδεί ποτέ, που δεν θα ξαναδείς ποτέ, μοιάζουν να σου επαναλαμβάνουν τις ίδιες ερωτήσεις. Φτάνει η ώρα του μεσημεριανού. Κάθε μέρα φτάνει η ώρα του μεσημεριανού γιατί κάθε μέρα, οι ώρες όλες φτάνουν. Στο σπίτι, οι ήχοι του σπιτιού. Βάζεις την πρώτη κουταλιά της σούπας στο στόμα.
Ποιος είσαι; Έχεις φανταστεί τον εαυτό σου να κάνει χίλια πράγματα που, παλιά, ούτε θα σου περνούσαν απ’ το μυαλό. Είσαι ένα διαφορετικό πρόσωπο σε κάθε ένα απ’ αυτά, κι ωστόσο, υπάρχει ένας αθέατος τοίχος ανάμεσα σε σένα και κάθε μια απ’ αυτές τις ιδέες. Καταφέρνεις να τις δεις κάπου εκεί στο βάθος, έχεις τη βεβαιότητα ότι είσαι ικανός να τα κάνεις όλα αυτά, όμως δεν κατορθώνεις να διαπεράσεις τον αθέατο τοίχο. Σα να μιλάς και να μη σε ακούει κανείς, σα να μιλάς και να μη σε πιστεύει κανείς, σαν να μην υπάρχεις. Η σούπα είναι άνοστη, αλλά δεν μπορείς να πεις τίποτα. Μπορείς μόνο να σκουπίσεις το στόμα σου και να δείξεις ευγνώμων, ευχαριστημένος. Τώρα, έχεις ένα απέραντο απόγευμα μπροστά σου.
Ποιος είσαι; Οι βιτρίνες των καταστημάτων σε καθρεφτίζουν. Η εικόνα σου μετέωρη, περιτριγυρισμένη από τη λάμψη των Χριστουγέννων. Τριγύρω σου, άντρες και γυναίκες κατευθύνονται κάπου, ο κόσμος συνεχίζεται. Βλέπεις τον εαυτό σου: τα χέρια σου κατά μήκος του κορμού σου, τα μάτια σου.
Είσαι πολύ νέος ή πολύ γέρος.
Ακόμη κι όταν ξεκολλάς από τη βιτρίνα και προχωράς, παίρνεις μαζί σου την εικόνα του ειδώλου σου, το φέρεις μέσα σου. Τα βήματά σου σε οδηγούν, είναι αργά, χωρίς βιασύνη. Δεν σκέφτεσαι τι θα συναντήσεις παρακάτω γιατί δεν περιμένεις τίποτα. Τα παιδιά είναι στο σχολείο, οι άνθρωποι στις ζωές τους, μόνο εσύ βρίσκεσαι εδώ.
Ποιος είσαι; Αργά ή γρήγορα θα έρθει η νύχτα. Έρχεται πάντα, καθημερινά. Μετά την ώρα του δείπνου, καθημερινή κι αυτή. Μετά το βράδυ, ειδήσεις, σήριαλ, διαγωνισμούς όπου κανείς δεν κερδίζει τίποτα, θα έρθει η ώρα του ύπνου, το τέλος άλλης μιας μέρας. Κάποιες φορές, ρίχνεις την ιδέα μιας συνάντησης με τις ερωτήσεις που όλα γύρω σου επαναλαμβάνουν, αλλά ξέρεις πως η μέρα αυτή δεν θα τελειώσει αληθινά. Βαδίζεις σαν να ‘σαι ακίνητος και ψάχνεις δυνάμεις που χάνονται, τις απαραίτητες δυνάμεις για να μην ξεχάσεις ποια είναι η αξία σου, για να συνεχίσεις να γνωρίζεις ποιος είσαι, για να δώσεις μια οριστική απάντηση στη σιωπή.
Ζοζέ Λουίς Πεϊσότο
Χριστούγεννα των ανέργων.
14.12.2012 περιοδικό Visão.
A subscrição é anónima e gera, no máximo, um e-mail por dia.